Τη Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου σήμανε η έναρξη
της σχολικής χρονιάς. Δεν υπάρχει δήλωση υπουργού Παιδείας που να μην
περιλαμβάνει στο μενού της ότι «τα σχολεία θα ανοίξουν κανονικά και ότι θα
κερδίσουμε αυτό που πολλοί έχουν ονομάσει “στοίχημα 30ετίας”, με όλους τους
απαραίτητους εκπαιδευτικούς και τα βιβλία στη θέση τους». Ωστόσο οι
ημερομηνίες του σχολικού έτους, έναρξη, λήξη, εξετάσεις κλπ έχουν αποκτήσει μια
τυπικότητα. Και σε αυτό, το Υπουργείο Παιδείας μοιάζει σαν μια εταιρεία τραίνων
που το μόνο που την ενδιαφέρει, για την έξωθεν καλή μαρτυρία, είναι να έχει ένα
καλό διαφημιστικό προσπέκτους με βεβαιότητες και σιγουριές σχολικού έτους
2016-2017 και όπως και κάθε χρονιά, έτσι και φέτος έχουμε επανάληψη διακηρύξεων
για το αυτονόητο: «Τα σχολεία θα ανοίξουν και όλοι οι εκπαιδευτικοί και τα
βιβλία θα είναι στη θέση τους».
Όσο κι αν ο Υπουργός Παιδείας προσπαθεί με
δηλώσεις του να πείσει την κοινωνία ότι «επιτέλους μετά από 30 χρόνια θα είναι
η πρώτη φορά που με την έναρξη των μαθημάτων όλα θα λειτουργούν κανονικά», η
πραγματικότητα τον διαψεύδει οικτρά. Γιατί είναι σαφές πια με ποια κριτήρια
ασκεί την εκπαιδευτική πολιτική η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ και το Υπουργείο
Παιδείας. Τα κριτήριά τους είναι οι μνημονιακές οικονομικές και θεσμικές
δεσμεύσεις που έχουν υπογράψει. Δηλαδή οι σφοδρές περικοπές σε σχολεία,
εκπαιδευτικούς, μαθητές και χρηματοδότηση. Φυσικά κριτήριό τους δεν είναι οι
ανάγκες των μαθητών, αλλά οι ανάγκες των δανειστών. Κριτήριό τους δεν είναι η
σταθερή εργασία, αλλά η εργασιακή ευελιξία και ομηρία.
Το «Ενιαίο Ολοήμερο Σχολείο» μαζί με τα
νομοσχέδια για το «ενιαίο ολοήμερο νηπιαγωγείο» και την ειδική αγωγή, αποτελούν
συνέχεια των συντηρητικών εκπαιδευτικών αναδιαρθρώσεων των προκατόχων τους.
Αποτελούν πλήρη ευθυγράμμιση με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του
ΟΟΣΑ, που θεωρούν ότι το δημόσιο σχολείο πρέπει να έχει «αποτελέσματα» με όσο
το δυνατόν λιγότερο οικονομικό κόστος. Αποτελούν πλήρη ευθυγράμμιση με τις απαιτήσεις
των «θεσμών» για ακόμα μεγαλύτερες περικοπές στο δημόσιο, αφού μετά την ψήφιση
του αντιασφαλιστικού εκτρώματος θα υπάρξουν νέα μέτρα ύψους 5,2 δις ευρώ
με βασική αιχμή τη διάλυση του δημόσιου τομέα.
Ταυτόχρονα, για μια ακόμα χρονιά η ελαστική
εργασία των αναπληρωτών καλείται να καλύψει χιλιάδες πραγματικά κενά στην
εκπαίδευση, ενώ ο νέος τύπος σχολείου γενικεύει το σχολικό μοντέλο του
κατακερματισμού της γνώσης και των αντικειμένων, κομμένο και ραμμένο στα όρια
των μνημονιακών περιορισμών και των συντηρητικών αναδιαρθρώσεων και ανοίγει τον
ασκό του Αιόλου για αθρόες υποχρεωτικές μετακινήσεις εκτός περιοχής.
Καταμεσής του θέρους σαν τον “διαρρήκτη” που
χτυπά μέσα στο καλοκαίρι ο Υπουργός Παιδείας, Ν. Φίλης, αποφάσισε να επιβάλει
σειρά επιπρόσθετων μέτρων όμοιων με των προκατόχων του για τον περιορισμό και
τη συρρίκνωση των σχολικών μονάδων (κλείσιμο τμημάτων, ομάδων προσανατολισμού
κλπ) ώστε να “εξαφανίσει” από το χάρτη τμήματα, σχολεία και να ελαχιστοποιήσει
τα πραγματικά κενά. Ας μην ξεχνάμε πως μόλις στα τέλη της περασμένης σχολικής
χρονιάς κατόρθωσε με ένα λογιστικό τερτίπι, καταργώντας τους υπεύθυνους
εργαστηρίων, να δημιουργήσει νέες “δεξαμενές” πλεοναζόντων εκπαιδευτικών.
Οι υποσχέσεις των υπουργών Παιδείας ως ανάμνηση
Για παράδειγμα, τέτοιες μέρες πέρσι, στις
11 Αυγούστου του 2015, ο τότε υπουργός Παιδείας, κ. Μπαλτάς, δηλώνει σε
συνέντευξή του ότι «τα σχολεία θα ανοίξουν κανονικά χωρίς προβλήματα». Ο
Υπουργός διαβεβαιώνει τους γονείς ότι «από 1η Σεπτεμβρίου όλα θα είναι στη
θέση τους». Παράλληλα σημειώνει ότι «είχαμε στην αρχή μια εκτίμηση για
κενά μεγαλύτερα από ό,τι στην πραγματικότητα φαίνεται να είναι. Η αρχική
εκτίμηση ήταν γύρω στις 20 χιλιάδες αλλά από ό,τι φαίνεται είναι πολύ καλύτερα
τα πράγματα, θα είναι περίπου οι μισοί και αυτά τα κενά καλύπτονται πλήρως από
τον υπάρχοντα προϋπολογισμό τόσο τον τακτικό όσο και από τα ΕΣΠΑ». Το
αποτέλεσμα; Η σχολική χρονιά ολοκληρώθηκε με 3.500 κενά ενώ οι προσλήψεις
αναπληρωτών ξεπέρασαν τις 22.000!
Το 2014, τέτοιον καιρό, ο τότε υπουργός
Παιδείας, Ανδρέας Λοβέρδος, απέστειλε σε όλες τις Σχολικές Μονάδες της χώρας το
εξής μήνυμα: «Όλα τα σχολεία της χώρας ανοίγουν σήμερα τις πόρτες τους για να
καλωσορίσουν τους μαθητές. Όλα τα σχολεία της χώρας έχουν έγκαιρα τα βιβλία. Η
εκπαίδευση, η μόρφωση και η παιδεία πρέπει να αποτελούν τα εφόδια όλων των
μαθητών». Χαρακτηριστικό της κενότητας των διακηρύξεων του τότε υπουργού
Παιδείας είναι το γεγονός ότι μέχρι και το τέλος του σχολικού έτους πάνω από
1000 θέσεις εκπαιδευτικών έμειναν ακάλυπτες, παρόλο που ο Ανδρέας Λοβέρδος,
προκειμένου να αντιστοιχήσει τις δηλώσεις του με την πραγματικότητα ,δεν
δίστασε να αλλάξει τα αναλυτικά και ωρολόγια προγράμματα στα ολοήμερα σχολεία
και, από την άλλη, άλλαξε τις αναθέσεις μαθημάτων στους καθηγητές, στην καταφανώς
αντιεκπαιδευτική λογική: «δεν με ενδιαφέρει αν μπορείς να διδάξεις το
μάθημα, με ενδιαφέρει να μη φαίνονται τα κενά».
Στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 2013 ο τότε
υπουργός Παιδείας, Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, δήλωνε: «Σήμερα, σε όλη την
Ελλάδα, κάθε μαθητής έχει τα βιβλία του και κάθε τάξη το δάσκαλο και τον
καθηγητή της». Μάλιστα, με την κυνικότητα που τον χαρακτηρίζει, την τελευταία
εβδομάδα του Αυγούστου του ίδιου έτους δεν δίστασε να δηλώσει ότι «όλοι οι
εκπαιδευτικοί από τον Σεπτέμβριο του 2013 αποκτούν οργανική θέση στο σχολείο
χωρίς όρια ωρών και γραφειοκρατικά τερτίπια τοποθέτησης που γεννούν ανασφάλεια
και αδιαφάνεια», όταν λίγο πριν είχε θέσει σε διαθεσιμότητα – απόλυση 2.100
εκπαιδευτικούς και είχε καταργήσει 46 τεχνικές ειδικότητες. Και εκείνη τη
χρονιά, χιλιάδες ήταν τα ακάλυπτα κενά εκπαιδευτικών και το υπουργείο Παιδείας
προχώρησε σε συγχωνεύσεις τμημάτων, ακόμη και μήνες μετά την έναρξη του
σχολικού έτους για να λειτουργήσουν τα σχολεία που δεν είχαν εκπαιδευτικούς.
Λίγο πριν, με εργαλείο την αύξηση του ωραρίου των καθηγητών Γυμνασίων και
Λυκείων, δίνει νέα διάσταση στο σχεδιασμό για μείωση των αναγκών για
εκπαιδευτικό προσωπικό.
"Το στοίχημα θα κερδηθεί και η νέα
σχολική χρονιά θα ξεκινήσει κανονικά και χωρίς προβλήματα" διατυμπάνιζε,
με κάθε ευκαιρία, τέτοιες μέρες, το 2011, τη σχολική χρονιά 2011/12, η τότε
υπουργός Παιδείας, Άννα Διαμαντοπούλου. Σε δήλωσή της ανέφερε: «τα
σχολεία θα ανοίξουν εφέτος χωρίς κενά… είναι σημαντικό ότι οι εκπαιδευτικοί –
δάσκαλοι και καθηγητές – είναι στις τάξεις τους». Την ίδια χρονιά συγχωνεύτηκαν
1350 σχολεία. Ήταν η χρονιά που χιλιάδες κενά εκπαιδευτικών υπήρχαν μήνες μετά
την έναρξη του σχολικού έτους, ενώ αντί για βιβλία, μοιράστηκαν… φωτοτυπίες.
Θαύμα, θαύμα! Τα
κενά στα σχολεία μειώθηκαν !
Το ζήτημα των κενών στα
σχολεία είναι ένα θέμα που απασχολεί μόνιμα εδώ και πολλά χρόνια τη σχολική
εκπαίδευση, χιλιάδες εκπαιδευτικούς και -βέβαια- εκατοντάδες χιλιάδες μαθητές
με τις οικογένειές τους, που σχεδόν έχουν «εθιστεί» σε μια πραγματικότητα που
επιβάλλει για εβδομάδες -ακόμη και μήνες- μετά την έναρξη του σχολικού έτους,
να λείπουν οι εκπαιδευτικοί που θα κάνουν μάθημα στα παιδιά τους. Η πρόσφατη
δήλωση του Υπουργού Παιδείας, κ. Φίλη, προφανώς, «συγγενεύει» με τις απατηλές
δηλώσεις των προκάτοχών του. Η λογική του Υπουργείου Παιδείας είναι η παρακάτω:
Όσες πιστώσεις διαθέτω, τόσα είναι και τα κενά! Είναι φανερό ότι μερικοί
χρησιμοποιούν τους αριθμούς όπως ο μεθυσμένος το φανοστάτη: Όχι για να φωτιστεί
αλλά για να στηριχθεί.
Το Υπουργείο Παιδείας και οι
σημερινοί και προηγούμενοι διαχειριστές του (Α. Διαμαντοπούλου, Κ.
Αρβανιτόπουλος, Α. Λοβέρδος, Χ. Μπαλτάς) επιχείρησαν να αντιμετωπίσουν το
πρόβλημα που δημιουργούσε η πολιτική των ελάχιστων έως μηδενικών διορισμών με
διάφορα αντιεκπαιδευτικά μέτρα: συγχωνεύσεις και κλείσιμο σχολείων (πάνω από
2.000 σχολεία εξαφανίστηκαν από τον χάρτη την περίοδο 2010–2014), αύξηση του
αριθμού των μαθητών ανά τμήμα (27-30), κατάργηση ειδικοτήτων στην Επαγγελματική
Εκπαίδευση, αύξηση του ωραρίου των καθηγητών και αλλαγές στο ωρολόγιο πρόγραμμα
των σχολείων. Όλες οι παρεμβάσεις που έγιναν την περίοδο 2011 - 2016, σύμφωνα
με τους Υπουργούς Παιδείας, έγιναν "για παιδαγωγικούς και εκπαιδευτικούς
λόγους" και είχαν στόχο την "ποιοτικότερη εκπαίδευση". Και όλα
αυτά όταν για 7η συνεχή χρονιά έχουμε μηδενικούς διορισμούς εκπαιδευτικών! Και
όλα αυτά όταν μόλις πριν από έναν ακριβώς χρόνο το Υπουργείο πανηγύριζε για
20.000 διορισμούς μονίμων εκπαιδευτικών.