Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2017

ΠΟΙΟΙ ΦΤΑΙΝΕ ΓΙΑ ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΑΤΤΙΚΗ

Κυβερνήσεις, δημοτικές και περιφερειακές αρχές,  ασύδοτοι μεγαλοεργολάβοι, οι διαχρονικοί υπεύθυνοι


Κυβερνήσεις, δημοτικές και περιφερειακές αρχές,  ασύδοτοι μεγαλοεργολάβοι, οι διαχρονικοί υπεύθυνοι  για τα πολλαπλά εγκλήματα στις εργατουπόλεις
15 οι νεκροί, δεκάδες οι τραυματίες, κάποιοι σε σοβαρή κατάσταση, αγνοούμενοι, τουλάχιστον μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές,   με την αγωνία αν θ’ ανέβει και άλλο ο κατάλογος των θυμάτων, σπίτια που κατέρρευσαν, τα κόπια της ζωής εκατοντάδων λαϊ­κών ανθρώπων, άστεγοι, κατεστραμμένες πόλεις, υποδομές, δρόμοι, σχολεία, κτίρια ο απολογισμός μιας ολιγόωρης έξω από τα συνηθισμένα εμφάνισης ακραίων φαινομένων βροχόπτωσης στη Δυτική Αττική.
  Τραυματισμένες περιοχές η Μάνδρα, η Μαγούλα, η Νέα Πέραμος, τα Μέγαρα… στα είκοσι λεπτά με μισή ώρα από την Ομόνοια, το κέντρο της πρωτεύουσας, της Αθήνας. Της Αθήνας του πολιτικού και διοικητικού κέντρου της χώρας Ελλάδα, στον όγδοο χρόνο των μνημονίων που κανοναρχούν στην εξαθλίωση του λαού της, τη διάθεση των δημόσιου χαρακτήρα «ασημικών» της στο γιουσουρούμ των αγορών, του ευτελισμού και της απαξίωσης κάθε περιουσιακού στοιχείου δημόσιας ή ιδιωτικής κατοχής.

 Τελικά τι έφταιξε; τα εκτός προγράμματος φυσικά φαινόμενα στην ακραία τους μορφή; το κακό το ριζικό μας; η εκδίκηση των «θεϊκών δυνάμεων» για τις αμαρτίες μας; η κλιματική αλλαγή που πυκνώνει την εμφάνιση των ακραίων καιρικών φαινομένων;
 Η κυβέρνηση με όλους τους μηχανισμούς που διαθέτει σπεύδει να κινητοποιήσει τον κρατικό μηχανισμό επιδιώκοντας να μειώσει όσα από τα κόστη τη βαρύνουν, άλλα κληρονομημένα από τις προηγούμενες κυβερνητικές διαχειρίσεις και άλλα από την παρούσα ολότελα δική της διαχείριση.
 Γιατί η έλλειψη της αντιπλημμυρικής προστασίας, όσο αφορά τις προηγούμενες κυβερνήσεις, άλλο τόσο αφορά και την παρούσα και την ακινησία της στο ίδιο ζήτημα.
  Γιατί όσο η Δυτική Αττική για τις προηγούμενες κυβερνήσεις ήταν μια χαβούζα συγκέντρωσης ενός χαμηλού εισοδηματικά εργατικού δυναμικού, δίπλα στα φουγάρα εμβληματικών βιομηχανικών εγκαταστάσεων  και μικρό­τερων μονάδων, πριν και μετά από την προϊούσα διάλυση της μεταποίησης από τις ντιρεκτίβες της ΕΕ, την κρίση και την καθοδηγούμενη από τρόικες και «θεσμούς» παραγωγική αποσυγκρότηση, άλλο τόσο και η σημερινή κυβερνητική διαχείριση ακολούθησε την ίδια ρότα.
 Είναι τελικά  μόνο τα μπαζωμένα ρέματα και η αυθαίρετη δόμηση η αιτία του κακού; Κάτω από ποιους όρους έγινε επιτρεπτό, αργότερα νομιμοποιημένο κι αργότερα κανονικό, το να υπάρχει αυτή η εξέλιξη κι αυτή η δόμηση; Για την αυθαίρετη δόμηση το βάρος πέφτει στη φτωχολογιά που, μη έχοντας κλήρο μετά την αναγκαστική εσωτερική μετανάστευση για την επιβίωση, θέλησε να βάλει ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι της, βλέποντας τις αυθαιρεσίες της επιχειρηματικής ασυδοσίας με την κρατική ανοχή, αν όχι ενθάρρυνση, προσβλέποντας στις νομιμοποιήσεις κάτω από την ομπρέλα των ρουσφετολογικών διευκολύνσεων και τακτοποιήσεων δίκην άγρας εκλογικών προτιμήσεων, δίπλα στη δόμηση από  μεγαλοσχήμονες της επιχειρηματικότητας και της μικροαστικής ή μεσοαστικής δυνατότητας;
 Και εφόσον έτσι ήταν και είναι η κατάσταση, που είναι διαπιστωμένη και που επίσης δεν αλλάζει από τη μια μέ­ρα στην άλλη, ποια μέτρα και έργα σχεδιάστηκαν, δρομολογήθηκαν, προχώρησαν, υλοποιήθηκαν, ώστε στην κακή στιγμή που η φύση ξεσπά, να ελαχιστοποιηθεί, να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος για τη ζωή και τις περιουσίες των ανθρώπων;  
  Μα προφανώς τέτοια μέτρα, όπως αυτά του σχεδιασμού και της υλοποίησης αντιπλημμυρικής προστασίας, δεν προσφέρουν ανταποδοτικότητα, αφορούν όχι τη βιτρίνα, αλλά τα εκτεταμένα λαϊκά στρώματα των περιοχών στα δυτικά του λεκανοπεδίου, τις περιοχές ζωής και δουλειάς εκτεταμένων τμημάτων του εργαζόμενου λαού.
 Ούτε δρόμοι με διόδια είναι ώστε να προσφέρουν κέρδη στους ιδιώτες που τους εκμεταλλεύονται, ούτε μέσα μεταφοράς που προσφέρουν και κέρδη και φόρους, ούτε έργα βιτρίνας,  ούτε γήπεδα από φίλους ή πρώην εχ­θρούς των κυβερνήσεων με οπαδικούς στρατούς, και για τα οποία δίνονται απλόχερα δεκάδες εκατομμύρια από τον κεντρικό κορβανά, είτε απευθείας είτε μέσω της περιφέρειας.
 Η Δυτική Αττική της φτωχολογιάς και εκτεταμένων τμημάτων του εργαζόμενου λαού το πολύ - πολύ να κερδίσει μετά τον θρήνο και την καταστροφή, μερικά εικοσιτετράωρα  εθνικού πένθους, σαν αυτό που χορήγησε προχτές ο Τσίπρας, έναν πακτωλό υποσχέσεων και εξαγγελιών, μερικά φτιασιδώματα, διάρκειας και αντήχησης ως την επόμενη καταστροφή.
 Γιατί το κριτήριο για όλους που κυβερνούν και αγκαλιάζονται με την πλουτοκρατία, τους ξένους πάτρωνες είχε και έχει σταθερά συγκεκριμένο πρόσημο, και αυτό είναι ταξικό.