Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2021

Ποιός καταστρέφει το περιβάλλον και ποιος το προστατεύει; (αναδημοσίευση απ' το περιοδικό Πορεία τ. 53)

ρύπανση-2

Το καπιταλιστικό σύστημα καταστρέφει το περιβάλλον και κερδοσκοπεί με την … «προστασία» του

Τα τελευταία χρόνια τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας συζητιέται το πρόβλημα της λεγόμενης  κλιματικής αλλαγής (climate change) ή αλλιώς της υπερθέρμανσης του πλανήτη (global warming). Μάλιστα, το πιο πρόσφατο διάστημα, ο όρος αυτός που στην πραγματικότητα αφορά το περιβαλλοντικό πρόβλημα στο σύνολό του, έχει αρχίσει να αντικαθίσταται από πιο δυσοίωνους όπως κλιματική κρίση (climate crisis) ή και κλιματική καταστροφή (climate disaster), οι οποίοι προσδίδουν επείγουσα φύση στο πρόβλημα.

Μεγάλα ποσά δαπανώνται πλέον για το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, για την ανάγκη ενημερωτικών εκστρατειών, μέχρι τη θέσπιση διεθνών συμφωνιών, ως την εξέλιξη νέων τεχνολογικών εφαρμογών αποτροπής του φαινομένου. Ενδεικτικά, με αφορμή την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, μόνο ο φετινός αμερικάνικος προϋπολογισμός προβλέπει 555 δισεκατομμύρια δολάρια.

Για την πιθανότητα η ανθρώπινη δραστηριότητα να επιδράσει καταλυτικά πάνω στο κλίμα του πλανήτη, μέσω της καύσης ορυκτών καυσίμων μίλησε ο Σουηδός επιστήμονας Svante Arrhenius ήδη από την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα. Ωστόσο με τα τεχνολογικά δεδομένα της εποχής και ίσως μη προβλέποντας την εξάπλωση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων, το ρυθμό της εκβιομηχάνισης και της τεχνολογική εξέλιξης, θεωρούσε ότι θα χρειαστούν πολλοί αιώνες μέχρι το αποτέλεσμα να γίνει ορατό και αισθητό. Νωρίτερα το 1827 ο Γάλλος φυσικός Joseph Fourier άρχισε να παρατηρεί το μηχανισμό που έγινε γνωστός αργότερα ως το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ο Άγγλος φυσικός John Tyndall απέδωσε το φαινόμενο αυτό, όχι στα βασικά συστατικά της ατμόσφαιρας, αλλά στο νερό και το διοξείδιο του άνθρακα που αποτελούν ένα ελάχιστο ποσοστό της ατμόσφαιρας. Για την ιστορία, ο Καρλ Μαρξ ήταν τακτικός στις διαλέξεις του Tyndall περί ενέργειας και θερμότητας. Σε κάθε περίπτωση, από συστηματικές μετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο Διεθνές Γεωφυσικό Έτος το 1957 θεωρήθηκε φανερό ότι τα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα στη γήινη ατμόσφαιρα κινούνταν ανοδικά. Το ζήτημα άρχισε να προκαλεί ανησυχία στην επιστημονική κοινότητα κατά τη δεκαετία του ’60.

Σήμερα, αν και υπάρχει σκεπτικισμός, είτε για το αν ο πλανήτης εξακολουθεί να θερμαίνεται, είτε για το αν αυτό προκαλείται από ανθρώπινη δραστηριότητα, τα πιο έγκυρα ιδρύματα στον κόσμο, αποδέχονται την ύπαρξη της διαδικασίας της κλιματικής αλλαγής ως αποτέλεσμα ακριβώς του ανθρώπινου παράγοντα.

Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι, αν και υπήρχε η πρόβλεψη και η ανησυχία για το ζήτημα εδώ και πολλές δεκαετίες, καμία πρόληψη δεν υπήρξε για αυτό, ενώ μόνο πρόσφατα έχει ανοίξει η σχετική συζήτηση με την ένταση που βλέπουμε.

Βέβαια, η ανθρώπινη δραστηριότητα δε συνίσταται απλά και μόνο στην καύση ορυκτών καυσίμων. Ωστόσο οι περισσότερες πτυχές της σήμερα εξαρτώνται από αυτήν. Όπως και το περιβαλλοντικό ζήτημα δε συνίσταται μόνο στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Στους υπολογισμούς ωστόσο γίνεται αναγωγή της κάθε δραστηριότητας σε ισοδύναμο εκπομπών.

Η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος των ΗΠΑ παρουσιάζει ένα γράφημα σύμφωνα με το οποίο, η γεωργική δραστηριότητα οφείλεται για το 24% το συνολικών εκπομπών παγκοσμίως. Η παραγωγή ενέργειας και ηλεκτρισμού για το 25%. Η βιομηχανία για το 21%. Οι μεταφορές και μετακινήσεις για το 14%. Οι υποδομές για το 6% και ένα 10% αποδίδεται σε λοιπές δραστηριότητες. Αποσαφηνίζεται ωστόσο, ότι το μερίδιο που αφορά την ηλεκτροδότηση της βιομηχανίας, της γεωργίας και των υποδομών, συμπεριλαμβάνεται στο προαναφερθέν 25%, όποτε στην πραγματικότητα, η οικονομική δραστηριότητα καταλαμβάνει τελικά μεγαλύτερα ποσοστά ισοδύναμων εκπομπών. Επίσης το 10% των λοιπών δραστηριοτήτων, όπως αναφέρονται (πχ. εξόρυξη ορυκτών καυσίμων), είναι στενά συνδεδεμένο με τη βιομηχανία. Με λίγα λόγια, φαίνεται στο μεγαλύτερό του ποσοστό, το πρόβλημα να προκύπτει από τη συνολική οικονομική δραστηριότητα, βιομηχανία, γεωργία, μεταφορές κλπ.

Όχι μόνο η οικονομική, αλλά ολόκληρη η ανθρώπινη δραστηριότητα καθορίζεται σίγουρα από το σύστημα μέσα από το οποίο υπάρχει η ανθρωπότητα, δηλαδή τον καπιταλισμό. Θα μπορούσε να πει κανείς χωρίς να έχει άδικο, ότι ο καπιταλισμός είναι στενότατα συνδεδεμένος με τη χρήση ορυκτών καυσίμων, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα το πρόβλημα.

Το σύστημα στο οποίο ζούμε έχει ως απόλυτη προτεραιότητα το κέρδος, δηλαδή τη συσσώρευση κεφαλαίου, άλλωστε, η ίδια η λέξη καπιταλισμός σημαίνει αυτό: Προτεραιότητα στο κεφάλαιο, δηλαδή στη ατέρμονη συγκέντρωσή του. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι για ένα κοινωνικό – οικονομικό σύστημα που κυβερνάται από αυτόν το νόμο, το φυσικό περιβάλλον δε μπορεί να είναι παρά είτε λάφυρο προς εκμετάλλευση, είτε εμπόδιο που πρέπει εξαφανισθεί, προκειμένου να συνεχιστεί η απρόσκοπτη κερδοφορία του. Αν η τάση του συστήματος για κερδοφορία μπορεί να είναι χωρίς όρια, οι αντοχές ωστόσο του περιβάλλοντος και του κλίματος έχουν συγκεκριμένα όρια, από τα οποία μάλιστα μερίδα επιστημόνων ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει δυνατότητα επιστροφής. Δεν πρέπει λοιπόν να μας εκπλήσσει που, ενώ από νωρίς είχε διαπιστωθεί το πρόβλημα, καμία πρόληψη δεν υπήρξε. Η οποιαδήποτε παρέμβαση, τροποποίηση ή περιορισμός στην αχαλίνωτη δράση των εταιρικών κολοσσών με σκοπό τον περιορισμό της περιβαλλοντικής καταστροφής, είναι ενάντια στους πιο σκληρούς κωδικούς του συστήματος αυτού.

Ωστόσο, η συζήτηση στα ΜΜΕ δεν επικεντρώνεται στην καταστροφική δράση του κεφαλαίου, αλλά στο πρότυπο της ζωής των λαών, τουλάχιστο των ανεπτυγμένων χωρών. Η προσοχή στρέφεται δυσανάλογα, αν όχι αποκλειστικά, στον «καταναλωτισμό» (των λαών), σε πλευρές όπως υπερβολική χρήση πλαστικών μιας χρήσης, η υπερκατανάλωση ενέργειας για να ζεσταθούμε ή να δροσιστούμε, στη χρήση των ΙΧ. Παράλληλα δίνεται βάρος στην ανακύκλωση, στον περιορισμό των απορριμμάτων, ενώ πρόσφατα κυκλοφόρησε και η πρώτη πιστωτική κάρτα, όπου θέτει όριο ημερήσιων αγορών, που σχετίζεται με το ημερήσιο «αποτύπωμα» διοξειδίου που αναλογεί σε έναν άνθρωπο. Ειδικά όσον αφορά την ανακύκλωση, η χώρα μας ούτε αυτό δε μπορεί να κάνει, καθώς τα τελευταία χρόνια έχουν καεί πολλές αποθήκες υλικού προς ανακύκλωση, απελευθερώνοντας τεράστιες ποσότητες τοξικών αερίων. Ένα πρόβλημα σύμφυτο με τον καπιταλισμό παρουσιάζεται ως ευθύνη των λαών και μάλιστα σε ατομική βάση, ενώ κάτι τέτοιο δεν συνάδει και με τα αριθμητικά δεδομένα, όπως είδαμε παραπάνω. Και επειδή δε θέλουμε να υποτιμούμε και τίποτα, στο βαθμό που το πρόβλημα οφείλεται και στο πρότυπο της σύγχρονης ζωής, αυτό δεν το έθεσαν ούτε το αποφάσισαν οι λαοί, παρά πάλι ορίζεται από τα χαρακτηριστικά και τις προτεραιότητες του συστήματος.

Ποια είναι όμως η πρόταση του συστήματος για την συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος; Δίχως να υπάρχει σύμπνοια εντός των κυρίαρχων κύκλων, όλο και περισσότερο έδαφος στη δημόσια σφαίρα, κερδίζει η ιδέα της μετάβασης σε μια νέα εκδοχή καπιταλισμού, απαλλαγμένης υποτίθεται από τη χρήση των ορυκτών καυσίμων που θα αντικατασταθούν από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, γνωστές ως ΑΠΕ. Οι θιασώτες της ιδέας ισχυρίζονται ότι μπορούμε να πραγματοποιήσουμε τη λεγόμενη «πράσινη μετάβαση», που θα είναι και πράσινη ανάπτυξη, μέχρι και σε είκοσι χρόνια. Γύρω από τις δυνατότητες των ΑΠΕ και της δυνατότητας της μετάβασης σε αυτές υπάρχει παραπληροφόρηση.

Η κλιματική αλλαγή ως αφορμή για «πράσινη μετάβαση» και χρυσές δουλειές

Το 2019 υπολογιζόταν ότι τα ορυκτά καύσιμα τροφοδοτούσαν το 84% της παγκόσμιας ενέργειας, ενώ οι ανανεώσιμες εναλλακτικές πηγές μόλις το 2% με 3%. Αυτό αποτελεί μια μικρή υποχώρηση του ποσοστού των ορυκτών κατά 3% μέσα σε… δύο δεκαετίες. Υπολογίζεται ότι χρειάστηκαν περίπου δύο τρισεκατομμύρια δολάρια για να επιτευχθεί αυτή η μικρή αλλαγή. Παράλληλα, το ίδιο διάστημα η παγκόσμια ενεργειακή κατανάλωση ανέβηκε κατά 50%.

Την ίδια χρονιά η παγκόσμια οικονομία για να λειτουργήσει χρειαζόταν 35 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου, συν το αντίστοιχο 30 δισεκατομμυρίων από αέριο, συν το αντίστοιχο 28 δισεκατομμυρίων από άνθρακα. Για να υπάρξει μια μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές τα επόμενα είκοσι χρόνια, αυτό θα χρειαζόταν μια αύξηση της παραγωγής ενέργειας από αυτές κατά 90 φορές. Χρειάστηκε μισός αιώνας ώστε να δεκαπλασιαστεί η παραγωγή ενέργειας από το πετρέλαιο και το αέριο. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε και άλλα στοιχεία, αλλά γίνονται αντιληπτά τα εμπόδια, οικονομικά, κοινωνικά και τεχνικά ενός τέτοιου φανταστικού εγχειρήματος. Οι διαφημίσεις με ανεμογεννήτριες και ηλιακούς συλλέκτες σε καταπράσινα λιβάδια δεν αλλάζουν αυτήν την πραγματικότητα.

Παράλληλα αντιλαμβάνεται κανείς πόσο θα έπρεπε να λειτουργήσει η βιομηχανία με μη ανανεώσιμες πηγές για την παραγωγή των εφαρμογών και λοιπών υποδομών. Επίσης το περιβαλλοντικό αντίκτυπο για την εγκατάσταση όλων αυτών. Θα έπρεπε να καλυφθεί ένα ασύλληπτο ποσοστό των πεδιάδων, των βουνών, των δασών και των θαλασσών της γης με αυτές τις εφαρμογές. Στην πραγματικότητα, θα οξυνόταν το πρόβλημα που υποτίθεται ότι γίνεται προσπάθεια να λυθεί. Βέβαια, σε αυτή τη αλλόκοτη πράσινη μετάβαση, σχεδόν ποτέ δεν υπάρχει αναφορά στο πραγματικό πράσινο, στο φυσικό περιβάλλον, στα δάση και στην αποκατάστασή τους, μόνο στην ενέργεια.

Ένα άλλο θέμα είναι, επίσης, η αποθήκευση ενέργειας. Πάλι με την τεχνολογία του 2019, η αποθήκευση ενός βαρελιού πετρελαίου κόστιζε λιγότερο από ένα δολάριο. Κόστιζε όμως περίπου 200 δολάρια η αποθήκευση ανάλογης ενέργειας με ένα βαρέλι πετρελαίου, με τη χρήση μπαταριών…

Παρόλα αυτά, οι «πράσινες» επενδύσεις προχωρούν και χώρες σαν τη δική μας δέχονται πίεση για να εγκαταλείψουν τη χρήση ορυκτών καυσίμων για παραγωγή ενέργειας (λιγνίτης στη δική μας περίπτωση) και την υιοθέτηση των ΑΠΕ. Θυμάται κανείς τη συνέντευξη που έδωσε ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης στη Bild ανακοινώνοντας αιφνιδιαστικά την «απολιγνιτοποίηση» και μάλιστα ταχύτερα από ό,τι απαιτούσαν οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές, Γερμανοί και Γάλλοι. Είχε δηλώσει τότε κυνικά ότι θα ωφεληθούν οι γερμανικές βιομηχανίες παραγωγής ΑΠΕ και ότι οι εργαζόμενοι στα λιγνιτωρυχεία «θα πρέπει να βρουν κάτι άλλο να κάνουν».

Η χρήση λιγνίτη, με τα προβλήματά της που, ωστόσο έχουν λύση, εξασφάλιζε φθηνή παραγωγή ρεύματος. Αυτό το διάστημα οι περισσότεροι Έλληνες τρέμουν την ώρα που θα αντικρίσουν το λογαριασμό ρεύματος, καθώς όχι μόνο η χώρα μας εισάγει πλέον ρεύμα (και από μη ανανεώσιμες πηγές!), αλλά  και παγκοσμίως οι ΑΠΕ συνδέονται με ακριβότερη τιμή ηλεκτρικού ρεύματος, ακριβώς λόγω του αυξημένου κόστους λειτουργίας και παραγωγής.

Παράλληλα, η Γερμανία που ασκεί πιέσεις σε χώρες σαν τη δική μας, πρόσφατα άνοιξε νέο εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας από λιγνίτη στο Datteln στην περιοχή της Βόρειας Ρηνανίας και Βεστφαλίας. Το νέο εργοστάσιο μάλιστα χρησιμοποιεί τεχνολογία που στερεοποιεί τους ρύπους, κάνοντας τα απόβλητα λιγότερο ρυπογόνα και πιο διαχειρίσιμα. Άλλωστε, η επέκταση των δικών της ορυχείων συνεχίζεται.

Οι Γερμανοί ιμπεριαλιστές, δείχνουν να αντιλαμβάνονται ότι η βιομηχανική παραγωγή, πόσο μάλλον ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός, δε μπορεί να βασιστεί στις ΑΠΕ. Ίσως, όμως, να μπορεί να λειτουργήσει με αυτές, πάντα με τεράστιες επιπτώσεις, μια ξεδοντιασμένη και χωρίς βιομηχανία μπανανία, εξαναγκασμένη πελάτης των ΑΠΕ…

Φαίνεται τελικά ότι σε μεγάλο βαθμό, η μετάβαση αφορά το μέρος του ζητήματος που αφορά την καθημερινή διαβίωση των λαών, την ηλεκτροδότηση των νοικοκυριών, τη θέρμανση και, όπως είναι αναμενόμενο, το κόστος αυτής θα το επωμισθούν αυτοί.

Κρύβουν εγκληματικές ευθύνες και ανικανότητα πίσω από την κλιματική αλλαγή

Το τελευταίο διάστημα, η κλιματική αλλαγή χρησιμοποιείται και για να απαλειφθούν οι ευθύνες της εκάστοτε κυβέρνησης για οποιαδήποτε περιβαλλοντική καταστροφή. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα σε αυτό αποτελούν οι καταστροφικές πυρκαγιές του καλοκαιριού στην Εύβοια, αλλά και αλλού, που κατέληξαν σε μια ανεπανάληπτη για τα δεδομένα της χώρας περιβαλλοντική, αλλά και οικονομική καταστροφή. Ο Μητσοτάκης με ασύλληπτο θράσος τα φόρτωσε όλα στην κλιματική αλλαγή, οι οποία τάχα δημιούργησε πρωτοφανείς και ανυπέρβλητες συνθήκες, προσπαθώντας να αποκρύψει τις εγκληματικές ευθύνες αλλά και την ανικανότητα της κυβέρνησής του για την ανυπαρξία προληπτικών μέτρων, την έλλειψη μέσων κατάσβεσης και την υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση της πυροσβεστικής.

Αλλά ακόμη και έτσι να είναι, αφού το ήξεραν, τι μέτρα πήραν; Κανένα απολύτως.

Μάλιστα χρησιμοποίησε το ζήτημα αυτό, για να τονίσει την ανάγκη των ΑΠΕ, να προωθήσει δηλαδή τα συμφέροντα των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον τομέα και κατηγορούνται και πολλές φορές για εμπρησμούς, προκειμένου να ανοίξει ο χώρος και να καμφθεί η αντίσταση των τοπικών κοινωνιών στα σχέδιά τους. Η καταστροφή ήταν ευκαιρία για δουλειές για το Μητσοτάκη, και η κλιματική αλλαγή η δικαιολογία.

Από κοντά και η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχασε ευκαιρία να αποδώσει και αυτή τις πυρκαγιές στην κλιματική αλλαγή, στηρίζοντας την κυβέρνηση, για να ξεπλύνει τις δικές της ευθύνες για την πυρκαγιά στο Μάτι το 2018.

Το ίδιο συμβαίνει και τώρα με τις βροχοπτώσεις και τις πλημμύρες. Τα αποτελέσματα της εγκατάλειψης των στοιχειωδών υποδομών των πόλεων, αποδίδονται με ευκολία στην κλιματική αλλαγή που έχει αναδειχθεί σε δικαιολογία για το οτιδήποτε, στα πλαίσια μιας θεώρησης, όπου όλοι είμαστε υπεύθυνοι για τη γενεσιουργό αιτία όλων των δεινών. Όλοι είμαστε υπαίτιοι για τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες, συνεπώς κανείς υπόλογος.

Το σύστημα δε μπορεί να απαντήσει στο πρόβλημα

Για το καπιταλιστικό σύστημα το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής είναι στην πραγματικότητα μια αφορμή για διάφορες ανακατατάξεις, επενδύσεις κλπ, τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και σε διεθνές, με τις ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες να προσπαθούν να επιβάλουν διαρθρωτικές αλλαγές στις εξαρτημένες, αναμορφώνοντας περαιτέρω τις οικονομίες τους και ακυρώνοντας, την όποια ενεργειακή ανεξαρτησία διέθεταν.

Εδώ επιδρά και ο ανταγωνισμός μεταξύ των ιμπεριαλιστικών χωρών, οι ηγεσίες των οποίων από τη μία μπορεί να μιλούν για κλιματική αλλαγή, από την άλλη σπεύδουν να διασφαλίσουν για αυτές όσο το δυνατόν περισσότερα αποθέματα ορυκτών καυσίμων. Σε αυτό το πλαίσιο, πίεση δέχονται οι περιφερειακές χώρες, όπως η δική μας, για να εγκαταλείψουν τα αποθέματά τους.

Ένα παγκόσμιο πρόβλημα, είναι σχεδόν αδύνατο να αντιμετωπισθεί στα πλαίσια ενός συστήματος που κυριαρχείται από τον ανταγωνισμό, την εξασφάλιση της ακάθεκτης κερδοφορίας και την αναρχία στην παραγωγή. Αυτή η πραγματικότητα καθιστά υποκριτικές τις αναφορές διαφόρων επιφανών παραγόντων στον κίνδυνο της κλιματικής αλλαγής.

Όλες αυτές οι αναφορές συντρίβονται μπροστά στην ανεξέλεγκτη δράση των απανταχού καπιταλιστικών κολοσσών που, όχι μόνο καταστρέφουν αλόγιστα το περιβάλλον, αλλά σχεδόν ποτέ δε λαμβάνουν και κανένα αντισταθμιστικό μέτρο για τη δραστηριότητά τους, καθώς κάτι τέτοιο δε χωράει στη λογική του μέγιστου δυνατού κέρδους.

Χάνουν την αξία τους επίσης μπροστά στην κατανάλωση καυσίμων που κάνει για παράδειγμα ο αμερικάνικος στρατός που αποτελεί τον μεγαλύτερο καταναλωτή ορυκτών καυσίμων παγκοσμίως και παράγει εκπομπές διοξειδίου μεγαλύτερες από τις περισσότερες χώρες του πλανήτη. Το αποτύπωμα αυτό αφορά μόνο τη χρήση των καυσίμων των υπάρχοντων μέσων και όχι όλα τα υπόλοιπα, δηλαδή τη χρήση όπλων και βομβών, τις υποδομές, την παραγωγή οπλικών συστημάτων, τα απόβλητα κλπ.

Πρόσφατα υπήρξε μια εκπληκτική είδηση που αφορά έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη, τον Ίλον Μασκ, ο οποίος αναφέρεται συχνά στην κλιματική αλλαγή και στην ανάγκη της αντιμετώπισής της. Η είδηση αφορούσε το λεγόμενο Bitcoin. Πρόσφατα, οι συναλλαγές που πραγματοποίησε ο ίδιος αγοράζοντας ή πουλώντας Bitcoin, οι οποίες απαιτούν υψηλή κατανάλωση ενέργειας από υπολογιστές που διενεργούν τις συναλλαγές, είχαν μεγαλύτερη περιβαλλοντική επιβάρυνση σε λίγες μέρες από αυτήν που έχει ήδη περιορισθεί –και υπολογίζεται ότι θα περιορισθεί και στο μέλλον– από όλα τα οικολογικής τεχνολογίας αυτοκίνητα Tesla που έχει πουλήσει η εταιρεία του μέχρι στιγμής. Ακραίο παράδειγμα; Σίγουρα μπορούμε να βρούμε πολλά τέτοια, που δείχνουν ότι ακραίος είναι ο κόσμος που ζούμε και ακραία είναι η υποκρισία που χρεώνει την κλιματική αλλαγή στον τρόπο ζωής δισεκατομμυρίων απλών ανθρώπων.

Οι δισεκατομμυριούχοι ολιγάρχες και ιμπεριαλιστές που δημιούργησαν τις τεράστιες περιουσίες τους λεηλατώντας το φυσικό περιβάλλον και μονοπωλώντας τον πλούτο του, φαίνεται να προσπαθούν να αναβαπτιστούν ως σταυροφόροι του περιβάλλοντος που θα σώσουν τον πλανήτη από τους «άχρηστους φαγάδες», τους περισσότερους δηλαδή από εμάς που δυστυχώς κατοικούν σε αυτόν…