Μεγάλες αντιδημοκρατικές αλλαγές ετοιμάζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην αυτοδιοίκηση
Με σχέδιο νόμου που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο ετοιμάζεται η κυβέρνηση της ΝΔ να αλλάξει το τοπίο στην αυτοδιοίκηση πρώτου και δεύτερου βαθμού. Το κύριο χαρακτηριστικό του νομοσχεδίου είναι η κάθετη εφόρμηση του λεγόμενου επιτελικού κράτους, δηλαδή η άγρια επέλαση του κράτους της δεξιάς με στόχο τη δημιουργία ενός σκληρού, αυταρχικού πλαισίου λειτουργίας των δήμων και των περιφερειών. Η επίθεση αυτή, φυσικά, δένει με το συνολικό αυταρχικό πρόγραμμα της κυβέρνησης που μέσα σε βαθιά υγειονομική κρίση προωθεί το νόμο για τις απεργίες, τις διαδηλώσεις, τις εργασιακές σχέσεις, το νόμο για τα Πανεπιστήμια και τόσους άλλους, που αποτελούν πραγματική θύελλα αντιδημοκρατικής - αυταρχικής επίθεσης, όμοια της οποίας έχουμε πολλά χρόνια να ζήσουμε. Θα επιχειρήσουμε παρακάτω να προσδιορίσουμε ορισμένες απ’ τις πλευρές που διαμορφώνονται με το νέο προτεινόμενο νόμο.
1. Σημαντική ενίσχυση του δημαρχοκεντρικού μοντέλου διοίκησης
Είναι γνωστό ότι η τοπική αυτοδιοίκηση χαρακτηρίζεται από ένα ιδιαίτερα συγκεντρωτικό μοντέλο, όπου ο δήμαρχος ή ο κοινοτάρχης λειτουργεί σαν ο απόλυτος και αδιαμφισβήτητος άρχοντας, που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ακόμα και στις πιο ακραίες περιπτώσεις. Σχεδόν όλοι οι εκλογικοί νόμοι έδιναν στο δήμαρχο άνετη πλειοψηφία να διοικεί, ανεξάρτητα απ’ τα εκλογικά του ποσοστά, του αναγνώριζαν το δικαίωμα να διοικεί ακόμα και αν έμενε με ελάχιστους δημοτικούς συμβούλους, αφού πουθενά δεν προβλεπόταν η έκπτωση απ’ το αξίωμα αν έχανε την πλειοψηφία και, τέλος, ο τελευταίος εκλογικός νόμος καταργούσε και τη δυνατότητα καταψήφισης των προτάσεων της δημοτικής αρχής, με διάφορα τερτίπια που απαγόρευαν στην πραγματικότητα το ΟΧΙ, εξασφαλίζοντας έτσι την παντοδυναμία και φυσικά την αυθαιρεσία των εκάστοτε δημάρχων.
Θα μπορούσε κάποιος να γράψει ολόκληρο βιβλίο για τις απίθανες εμπνεύσεις της κρατικής γραφειοκρατίας να δίνει στον εκάστοτε δήμαρχο υπερεξουσίες που ταίριαζαν σε φεουδάρχες και όχι σε δημοκρατικά εκλεγμένους αιρετούς αντιπροσώπους. Το νέο πλαίσιο που προωθείται όχι μόνο δεν καταργεί αυτές τις διατάξεις αλλά τις ενισχύει ακόμα περισσότερο, αφού δίνει τη δυνατότητα εκλογής από την πρώτη Κυριακή με ποσοστό γύρω στο 43% και τα 3/5 των δημοτικών συμβούλων στην παράταξη του! Φυσικά παραμένει αμετακίνητος στη θέση ακόμα και με ελάχιστους συμβούλους, ενώ απαγορεύει την μετακίνηση συμβούλων από μία παράταξη σε άλλη, επιτρέποντας μόνο την ανεξαρτητοποίηση.
2. Το νέο εκλογικό σύστημα καταργεί την αναλογικότητα της ψήφου
Είναι γνωστό ότι ο προηγούμενος νόμος της κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προέβλεπε την εκλογή των δημοτικών συμβούλων με απλή αναλογική. Το πλαίσιο αυτό ήταν σαφώς πιο δίκαιο, όμως το πλαίσιο παρέμενε κολοβό, αφού δεν καταργούσε τη μονοκρατορία του δημάρχου και δεν συνέδεε την εκλογή του με την αναλογικότητα των εδρών του δημοτικού συμβουλίου, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται διάφορες αρρυθμίες στη λειτουργία των συμβουλίων, αλλά και έντονες διαμαρτυρίες των δημάρχων που αισθάνονταν αδυναμία να εφαρμόσουν όπως αυτοί θα ήθελαν και χωρίς κανένα έλεγχο την πολιτική τους. Όπως αναφέραμε και παραπάνω, έγιναν διάφορες εκτρωματικές παρεμβάσεις και απ’ την κυβέρνηση Μητσοτάκη μόλις ανέλαβε την διακυβέρνηση έτσι ώστε να εξασφαλίσει την απόλυτη αυθαιρεσία στις δημοτικές αρχές, ιδιαίτερα μάλιστα μετά τις τότε εκλογές που έδωσαν συντριπτική νίκη στη ΝΔ.
Η νέα πρόταση της κυβέρνησης έρχεται να καταργήσει ακόμα και αυτές τις κολοβές, όπως τις χαρακτηρίσαμε, ρυθμίσεις του προηγούμενου νόμου με τις εξής προτάσεις. Πρώτον μειώνει σημαντικά τον αριθμό των δημοτικών συμβούλων. Δεύτερον δίνει μπόνους τα 3/5 των συμβούλων στην παράταξη του δημάρχου. Τρίτον ορίζει σαν ελάχιστο όριο εκλογής το ποσοστό του 3% για μία παράταξη. Να τονίσουμε ότι το ποσοστό 3% δεν εξασφαλίζει σε ένα συνδυασμό ότι θα εκλέξει δημοτικό σύμβουλο αφού τόσο ο περιορισμός των εδρών όσο και τα ποσοστά των συνδυασμών μπορεί να απαιτούν ακόμα και ποσοστό μεγαλύτερο του 5% για την εκλογή δημοτικού συμβούλου.
Έτσι, για παράδειγμα, σε ένα συμβούλιο με 33 μέλη ο δήμαρχος που μπορεί στον πρώτο γύρο να εξασφάλισε ποσοστό περίπου 30% (ένα σχετικά μεγάλο ποσοστό), θα έχει στο νέο ΔΣ 20 δημοτικούς συμβούλους, ενώ με την απλή αναλογική θα είχε μόνο δέκα! Οι υπόλοιπες 13 έδρες θα κατανεμηθούν στους υπόλοιπους συνδυασμούς. Δηλαδή οι 13 έδρες θα μοιραστούν στο υπόλοιπο 70% των ψήφων. Άρα θα απαιτείται πιθανόν ποσοστό 5.5% για να εκλέξει κάποιος ένα σύμβουλο!
3. Το νέο εκλογικό σύστημα στραγγαλίζει τις μικρές πολιτικές δυνάμεις
Ο νέος εκλογικός νόμος έχει πολλαπλούς αποδέκτες. Απ’ τη μία πλευρά ο Μητσοτάκης επιχειρεί να σπάσει τα διάφορα «αντάρτικα» μέσα στο χώρο της ΝΔ, όπως αυτά παρουσιάστηκαν και στις περασμένες εκλογές ακόμα και σε μεγάλους δήμους (πχ Θεσσαλονίκη). Απ’ την άλλη, κόβει το δρόμο σε όλες εκείνες τις δυνάμεις που εκμεταλλευόμενες την αναλογικότητα του προηγούμενου νόμου κατάφεραν να εκλέξουν συμβούλους σε πολλές περιπτώσεις. Ακόμα πιο δύσκολη είναι η κατάσταση για τους δήμους εκείνους που έχουν και δημοτικές ενότητες, αφού για να συγκροτήσουν ψηφοδέλτια πρέπει να έχουν πλήρεις συνδυασμούς σε όλες τις δημοτικές ενότητες και όχι στα 2/3 που πρόβλεπε ο προηγούμενος νόμος. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και το ΚΚΕ δήλωσε ότι -με το πλαίσιο αυτό- δεν θα μπορέσει να συγκροτήσει συνδυασμούς σε αρκετούς δήμους στις επόμενες εκλογές. Επίσης, ένα ακόμα εμπόδιο για τη δυνατότητα καθόδου στις εκλογές είναι ότι, για να συγκροτηθεί κάποιος συνδυασμός, πρέπει να έχει στο ψηφοδέλτιο τουλάχιστον τόσους υποψήφιους όσοι είναι οι δημοτικοί σύμβουλοι του δημοτικού συμβουλίου. Τέλος, να τονίσουμε επίσης ότι αυξάνει τα παράβολα για τους υποψήφιους. Έτσι το παράβολο του υποψήφιου δημάρχου αυξάνεται από 100 σε 200 ευρώ και των δημοτικών συμβούλων από 50 σε 80 ευρώ, ενώ δίνει το δικαίωμα στον υπουργό εσωτερικών να το αναπροσαρμόσει όπως θέλει κάθε φορά.
4. Συμπεράσματα και ορισμένες προτάσεις διεκδίκησης
Το νομοσχέδιο που φέρνει η κυβέρνηση της ΝΔ έχει τα εξής χαρακτηριστικά. Διατηρεί όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά των προηγούμενων νόμων, καταργεί όποια διάταξη είχε ψήγματα δημοκρατικότητας και ενισχύει το συγκεντρωτικό, δημαρχοκεντρικό χαρακτήρα στην αυτοδιοίκηση.
Ο δήμαρχος παραμένει απόλυτα κυρίαρχος και κανείς δεν μπορεί να τον αμφισβητήσει και να τον καθαιρέσει παρά μόνο με διοικητικές πράξεις της κυβέρνησης για πιθανά εγκλήματα και όχι για λόγους που αφορούν το δημοτικό συμβούλιο.
Ο περιορισμός του αριθμού των δημοτικών συμβούλων μειώνει τον πλουραλισμό στην έκφραση, καταργεί κάθε σκέψη απλής αναλογικής και μετατρέπει τα δημοτικά συμβούλια σε διακοσμητικά όργανα αφού δεν έχουν καθόλου ουσιαστικές αρμοδιότητες.
Φυσικά δεν πρέπει να υπάρχουν ψευδαισθήσεις για τα όρια λειτουργίας των δημοτικών αρχών στη χώρα. Μια χώρα με ιδιαίτερα συγκεντρωτικό και αυταρχικό κράτος προφανώς δεν θα επέτρεπε την αποκέντρωση αρμοδιοτήτων στον πρώτο και δεύτερο βαθμό αυτοδιοίκησης. Μάλιστα, ο ασφυκτικός εναγκαλισμός του κράτους ασκείται με τέτοιο τρόπο, που δεν επιτρέπει στη δημοτική αρχή να πάρει ούτε τις πιο απλές αποφάσεις χωρίς τον έλεγχο και την έγκριση απ’ τα κεντρικά όργανα του κράτους. Δεν ισχύει βέβαια το ίδιο και για τις αρμοδιότητες που έχουν μεταφερθεί στους δήμους, χωρίς όμως την αντίστοιχη χρηματοδότηση. Έτσι οι δημοτικές αρχές -με τις τόσες ασφυκτικές δεσμεύσεις- τελικά ή υποβαθμίζουν την ποιότητα στις υπηρεσίες που παρέχουν ή αυξάνουν δημοτικά τέλη και φόρους για να καλύψουν τις ανάγκες τους (ανταποδοτικά τέλη).
Στην πραγματικότητα, η κατάσταση που επικρατεί σήμερα είναι ότι ο πρώτος και δεύτερος βαθμός αυτοδιοίκησης έχουνμετατραπεί σε παράρτημα της κεντρικής διοίκησης, με πολύ μικρό βαθμό αυτονομίας, με αποτέλεσμα να έχουν χάσει τα χαρακτηριστικά της αυτοδιοίκησης και φυσικά να έχουν πάψει να αποτελούν κύτταρα λαϊκής παρέμβασης εδώ και πολλά χρόνια.
Στα πλαίσια αυτά, όποιες σκέψεις και προτάσεις γίνουν δεν πρέπει να δημιουργούν ψευδαισθήσεις για τις δυνατότητες παρέμβασης των πραγματικών αριστερών δυνάμεων. Μπορεί όμως να διεκδικηθεί η εφαρμογή της απλής αναλογικής στην εκλογή όλων των θέσεων δημοτικών συμβούλων με μία και μόνη ψηφοφορία και η εκλογή του δημάρχου απ’ το δημοτικό συμβούλιο.
Οι δύο αυτές αλλαγές εξασφαλίζουν απ’ τη μια μεριά την ισότητα της ψήφου για όλους και απ’ την άλλη αφαιρούν τις υπερεξουσίες και την αυταρχικότητα των εκάστοτε δημάρχων οι οποίοι σήμερα διοικούν τους δήμους με τον πιο ανεξέλεγκτο και αυταρχικό τρόπο.